Δευτέρα 16 Ιανουαρίου 2012

Φ. Κόντογλου "Πολιτείες της Μαύρης Θάλασσας"


Πολιτείες της Μαύρης Θάλασσας απάνου στη Μικρή Ασία
(απόσπασμα)

Η Τραπεζούντα είναι πολιτεία ξακουσμένη. Τόνομα της λένε πως βαστά απ’ το βουνό απάνου στο οποίο είτανε χτισμένο τ’ αρχαίο κάστρο γιατί έμοιαζε σαν τραπέζι. Επειδής έχει μεγάλη ιστορία, κι ο τόπος είνε στενός, θαν αφήσω να τη ξιστορήσω άλλη φορά.

Η Κερασούντα είνε χτισμένη σε όμορφη τοποθεσία. Στέκει ακόμα τ’ αρχαίο κάστρο απάνου σ’ ένα ψήλωμα. (…) Η πολιτεία είνε χτισμένη απάνου σ’ ένα χερσόνησο που σχεδιάζει ένα λιμάνι κατά το βασίλεμα. Μπροστά σ’ αυτό το λιμάνι βρίσκεται το νησί του Άρη, τούρκικα Κιρασούν αντασί· έχει απάνου κάστρο βυζαντινό κ’ έναν πύργο γκρεμνισμένο κοντά σ’ ένα ρημοκλήσι τ’ αγίου Φωκά. Κερασούντα τη βγάλανε από τα πολλά κεράσια· ο Λούκουλος από εκεί πήρε δέντρα και μεταφύτεψε στη Ρώμη που δεν τα ξέρανε ίσαμε τα τότες. Πρωτύτερα τη λέγανε Φαρνακία. Τη σήμερον ημέρα σώζεται ακόμα πολιτεία από τις πρώτες της Μαύρης Θάλασσας, με 35 τζαμιά, 20 εκκλησιές, 40 μεντρεσέδες, σκολειά τούρκικα, τεκέδες κι άλλα πολλά. Μέσα στο λιμάνι βρίσκεται αρσανάς και κάνουνε μεγάλα καράβια γκαγκαλήδες κι άλλα σκαρτιά. Προ χρόνια είχε ίσαμε 100 καράβια τώρα με τα παπόρια λιγοστέψανε πολύ. Κείνον τον καιρό οι περισσότεροι θαλασσινοί είτανε χριστιανοί.

Οινόη, τούρκικα Ούνια. Οι Οινιαλήδες είχανε μια φορά πολλά καράβια, πλήν σήμερα σβύσανε, οι πειό πολλοί πήρανε τα μάτια τους και πήγανε στη Ρουσσία. Στα καλά τα χρόνια χτίζανε σ’ αυτό το μέρος 20 και 25 καράβια κάθε χρόνο, χωριστά τα καΐκια. Αρχαία μάρμαρα βρίσκουνται, μα είνε χωμένα μέσα στη γης. Μονάχα παραμέσα στη στεριά, μια ώρα από τη θάλασσα, στέκεται ένας βράχος κ’ εκεί απάνου είνε χτισμένο κάστρο παλαιό που το λένε Κάστρο της Ωριάς, κι άλλες πέτρες σκαλισμένες.


Η Σαμψούντα είνε χτισμένη μέσα σ’ έναν κόρφο, κοντά στο μέρος που βρίσκονται τα παλιά θεμέλια. Οι Τούρκοι τη λένε Καρά Σαμψόν, δηλαδή Μαύρη Σαμψούντα. Εκεί πέρα σκάψανε οι Αυστριακοί κ’ ήβρανε πολλά αρχαία, τειχιά, κολόνες, αγάλματα, μονέδες και θεμέλια από χτίρια μεγάλα. Στα πειό παλιά χρόνια λεγότανε Πειραιάς. Είδε πολλή δόξα, και σήμερα όμως έχει πολύν κόσμο, γιατί γίνεται εμπόριο μεγάλο στα καπνά και σ’ άλλες πραμμάτειες. ( … ) Ανάμεσα Σαμψούντα και Ούνια χύνεται το ποτάμι Θερμώδοντας, τούρκικα Τέρμε, μέσα σ’ έναν κάμπο καρπερόν. Κοντά σε τούτο το ποτάμι και στον Ίρι ποταμό λένε πως ζούσανε οι Αμαζόνες. Ο Στράβωνας γράφει πως ολογυρίς ο χρόνος δεν απολείπουνε τα πωρικά, γιατί πότε κρέμουνται στα δέντρα, πότε πέφτουνε και κάθουνται χωμένα μέσα στα φύλλα πούνε πεσμένα κάτ’ από τα κλαριά. Ανάμεσα στα δυο ποτάμια είνε ένα δάσος τόσο πυκνό που δε μπορεί εύκολα να περάσει άνθρωπος, και τραβά πολλές ώρες. Εκεί μέσα βρίσκονται αγρίμια πολλά, καπριά, λάφια, αγριογάιδουρα κι’ άλλα. Μέσα στο δάσος έχει βάλτα και λίμνες και σε πολλές βρίσκουνται από κείνα τα ψάρια που βγάζουνε το μαύρο χαβιάρι.

Η Πάφρα βρίσκεται στο μέρος που χύνεται στη θάλασσα το Κιζίλ ιρμάκ, δηλαδή ο Άλυς ποταμός, δυόμιση ώρες μακρυά από τη θάλασσα. Στο στόμα του ποταμού βρίσκεται ένα μικρό χωριό λεγόμενο Κουμτζουγάζ και κει είνε το λιμάνι. Στις λίμνες της Πάφρας βγάζουνε μαύρο χαβιάρι.
Η Σινώπη τούρκικα Σινάμπε, στάθηκε πολύ ξακουσμένη και πατρίδα του φιλοσόφου Διογένη πάναψε το φανάρι και γύρευε νάβρει άνθρωπο μέσα στην Αθήνα. Το χτίσιμό της βαστά από τα παλαιότατα χρόνια· άλλοι λένε πως την χτίσανε οι Αργοναύτες, άλλοι πάλαι πως την χτίσανε οι Φοίνικοι. Η τοποθεσία της είνε πολύ όμορφη απάνου σε μια γλώσσα που τραβά κάμποσο μέσα στη θάλασσα και κυττάζει κατά τον ήλιο· ο κάβος λέγεται τούρκικα Μπόζ τεπέ μπουρούν. Αυτή η γλώσσα ενώνεται με τη στεριά μ’ ένα ψιλό κοτσάνι. Το λιμάνι της Σινώπης είνε σίγουρο, προφυλαγμένο απ΄ούλους τους ανέμους και κει μέσα τρυπώνουνε τα καράβια για να γλυτώσουνε από τη μανία της Μαύρης Θάλασσας. Μέσα σε τούτο το λιμάνι γίνηκε πόλεμος ανάμεσα στα ρούσσικα καράβια που τα ώριζε ο ναύαρχος Ναχίμωφ και στα τούρκικα, κι από κει σηκώθηκε ο πόλεμος της Κριμαίας. Τα πειο πολλά σπίτια είνε καμωμένα με δουλεμένο ξύλο δρυ και καρυδιά· έχει και λίγα παλαιότερα χτισμένα με πέτρα και με λιθάρια πελεκητά παρμένα από τ’ αρχαία χτίρια. ( … )

Η Άμαστρις τούρκικα Αμάστρα, είνε χτισμένη κοντά στο μέρος που χύνεται στη θάλασσα το ποτάμι Παρθένι, απάνου σε μια γλώσσα άμμο. Από τις δυο μεριές έχει κι’ απόνα λιμάνι. Έχει και κάστρο αρχαίο, καθώς κ’ ένα φανάρι απάνου στον κάβο. Στην αρχή τη λέγανε Σήσαμο, ύστερα πήρε τόνομα πώχει ως τα σήμερα από μια βασίλισσα Άμαστρις. Προ 500 χρόνια είχανε σκάλα οι Γενουβέζοι σ’ αυτό το μέρος και κείτουνται ακόμα μάρμαρα με γράμματα γενουβέζικα.

Το Παρθένι τούρκικα Μπαρτίν, βρίσκεται χτισμένο απάνου στο ποτάμι Μπαρτίν σού, δυο ώρες μακρυά από τη θάλασσα. Το ποτάμι έχει μεριές πούνε φαρδύ παραπάνου από 300 οργιές και για τούτο ταξιδεύγουνε μέσα καράβια μεγάλα και παπόρια. Ο τόπος ολόγυρα είνε δασωμένος από δέντρα γερά και σιδερόξυλα, για τούτο σ’ αυτό το μέρος βρίσκουνται αρσανάδες φημισμένοι σ’ ολάκερη την Ανατολή που γίνουνται τα πειο μεγάλα καράβια της Μαύρης Θάλασσας. ( … )

Η Ποντοηράκλεια τούρκικα λέγεται Πεντεράκ ή Καρά ντενίζ Ερεγλεσί· κάποτες τη λέγανε και Μελέτ. Είνε χτισμένη ανάμεσασε δυο κάβους, ο ένας λέγεται Τσεγκέλ μπουρούν κι’ ο άλλος Μπαμπά μουρνού, αρχαία Αχερουσιάς άκρα. Τα βουνά στη γύρα είνε γεμάτα καστανιές. Από το Παρθένι ίσαμε πέρ’ από την Ποντοηράκλεια η ακρογυαλιά είνε παρά φύση άγρια και γιομάτη γκρεμνά φοβερά· για τούτο και ταγέρι είνε γερό σ’ αυτά τα μέρη. Ο κάβο Μπαμπάς φυλάγει το λιμάνι από βοριά, μα σα φυσά νοτιά για μπουνέντης γίνεται μεγάλη φουρτούνα· μια φορά βουλιάξανε μαζεμένα 4 παπόρια και καμμιά πενηνταριά καράβια. Η Ποντοηράκλεια είδε πολλή δόξα, ως την πλοκάρησε ο Ρωμαίος Λούκουλος και πέρνοντάς την την έκαψε. Ίσαμε τα σήμερα η γης είνε γιομάτη μάρμαρα παλαιά και πέτρες σκαλισμένες. Κοντά στο Μπαμπά μπουρνού βρίσκεται μια σπηλιά και κει μέσα λένε πως είτανε το μαντείο τ’ Απόλλωνα. Ο γερο Μελέτιος γράφει «Ηράκλεια εν Πόντω, κτίσμα Ηρακλέους, τανύν σχηματίζει χωρίον τι, εν μέσω των αρχαίων ερειπίων». Εκεί κοντά κείτουνται θεμέλια και χαλάσματα από κάστρα Γενουβέζικα, γιατί οι Γενουβέζοι είχανε αποθήκες προ τρακόσια τετρακόσια χρόνια· οι τούρκοι τα λένε Τζίνιβιζ καλεσί δηλαδή Γενουβέζικα κάστρα.

Ανάμεσα Ποντοηράκλεια και Σαγγάριο είνε κάμποσα ποτάμια μικρά μα βαθειά και μέσα ταξιδεύγουνε καΐκια και βάρκες· σ’ ένα απ’ αυτά τα ποτάμια σκαρώνουνε μεγάλα καράβια. Εκεί κοντά τρέχει κ’ ένα ποτάμι Μιλάν σού, αρχαία Ύπιος ποταμός· μικρό είνε μα βαθύ και φαρδύ, τα καΐκια τραβάνε ίσαμε 3 ώρες μέσ’ από τη θάλασσα. Έχει ένα μικρό χωριό απάνου στο ποτάμι που το λένε και κείνο Μιλάν κ’ οι άνθρωποι είνε όλοι ταχτατζήδες δηλαδή ξυλοκόποι. Από το Σαγγάριο, η ακροθαλασσιά είναι αμμουδιά που απλώνει μέσα στη στεριά όσο φτάνει το μάτι. Στο μέρος που χύνεται ο Σαγγάριος έχει δέντρα πολλά.  


Πηγή: Ο Αστρολάβος, Βιβλίο Παράξενο Γραμμένο από το Φώτη Κόντογλου, Κέρκυρα 1935.